Άρθρο του Γ. Πασχαλίδη στην εφημερίδα ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ(14-5-06)
Άρθρο του Γ. Πασχαλίδη στην εφημερίδα ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ(14-5-06)
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ
E-mail: [email protected]
Ο ΤΟΜΕΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ Κ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
-Άρθρο του Γ. Πασχαλίδη στην εφημερίδα ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ(14-5-06)
Όταν στις αρχές του 2005, στην πρωτοχρονιάτικη εκδήλωση του Αγγελιοφόρου, ευρωβουλευτής της Ν.Δ. με κατηγόρησε μεταξύ σοβαρού και αστείου πως παγίδευσα τη Θεσσαλονίκη και την κυβέρνηση στο μύθο της EXPO, απάντησα πως μια πόλη που έχει στο DNA της τις εκθεσιακές υπηρεσίες θα επιδιώξει εκ των πραγμάτων μια νέα διεκδίκηση της Παγκόσμιας Έκθεσης. Ο ευρωβουλευτής αντέτεινε πως η ιστορία της EXPO ήταν μια πειστική ψευδαίσθηση για να επιμείνω με τη σειρά μου πως η EXPO ήταν και είναι ένα συνολικό σχέδιο αστικού εκσυγχρονισμού της ευρύτερης Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας με διαβαλκανική διευρωπαϊκή και μεσογειακή διάσταση που συμπυκνώνει την κεντρική ιδέα της πόλης να κερδίσει τη διεθνή πιστοποιημένη ταυτότητά της με υπηρεσίες επώνυμες και ποιοτικές. Λίγους μήνες μετά η Ν.Δ. με τιμώρησε στα σοβαρά με την αφαίρεση / υφαρπαγή της βουλευτικής μου ιδιότητας δίνοντάς μου το χρόνο να μελετήσω τα αρχεία της βαθιάς Θεσσαλονίκης.
Τον Αύγουστο του 2002, στο αίθριο του ΥΜΑΘ, 120 φορείς της μητροπολιτικής Θεσσαλονίκης συνυπέγραψαν με βαριές υπογραφές μετά από 4 διαδοχικά Forum ένα στρατηγικό σχέδιο, μια συμμαχία βιώσιμης ανάπτυξης της πόλης για το διεθνή της ρόλο, για τις ανταγωνιστικές-καινοτόμες υπηρεσίες της, για την κοινωνική συνοχή της, για την οικολογική ισορροπία και την ποιότητα ζωής. Αυτό το σχέδιο μπορεί σήμερα να επικαιροποιηθεί, θεωρώ πως είναι δύσκολο να βρεθεί κάτι άλλο διαφορετικό, είναι ένα ντοκουμέντο για το διοικητικό μοντέλο της Θεσσαλονίκης που αποφασίζει η ίδια για τις τύχες της, που δίνει μάχες για μια χειραφετημένη ανάπτυξη. Έχω υποστηρίξει πολλές φορές τόσο την ανάγκη μητροπολιτικής διοίκησης στην πόλη όσο και την ανάγκη αιρετής περιφερειακής αυτοδιοίκησης στη Βόρεια Ελλάδα με έδρα τη Θεσσαλονίκη με ταυτόχρονη τη δημιουργία ενός ταμείου πόρων που θα ενισχυθεί από την άμεση απορρόφηση κοινοτικών πόρων χωρίς διαμεσολαβήσεις του ενδιάμεσου σταθμού της Αθήνας και βέβαια τη τοπική φορολογία.
Η τελευταία εξαετία έδειξε πως τα προγράμματα της ανασυγκρότησης στα Βαλκάνια δεν ήταν τελικά χρυσωρυχεία και τα επόμενα χρόνια θα δείξουν πως τα δώρα από την Αθήνα και τις Βρυξέλλες θα είναι ολοένα και φτωχότερα σε μια χειμάζουσα τοπική οικονομία που εξακολουθεί να ταλαιπωρείται από έναν έντονο δυϊσμό επιχειρήσεων. Από τη μια υπάρχουν οι λιγοστές μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις που συχνά ενδίδουν στον πειρασμό της αθηναϊκής υπεργολαβίας και από την άλλη οι πολλές μικρές επιχειρήσεις που αγωνίζονται να επιβιώσουν χάρις στη φτηνή εργασία αποφεύγοντας τον αναγκαίο εκσυγχρονισμό. Έτσι η επίδραση της Θεσσαλονίκης στην ενδοχώρα της συρρικνώνεται στο μεταπρατικό χαρακτήρα μιας πόλης που θα μπορούσε να είναι συντελεστής διασποράς μιας βιώσιμης, δίκαιης ανάπτυξης.
Η πόλη τον 21 ο αιώνα θα υποχρεωθεί να ρισκάρει καθώς οι πόροι μιας επιδοτούμενης ανάπτυξης στην Ελλάδα και την Ευρώπη θα έχουν φθίνουσα πορεία και εξ’ αιτίας της διαφοροποιημένης αναπτυξιακής κλίμακας στην ολοένα διευρυνόμενη με φτωχότερες χώρες Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήδη πολλά κονδύλια του Γ΄ΚΠΣ και Π.Δ.Ε. βρίσκονται στον αέρα ενώ είναι ορατός, υπαρκτός ο κίνδυνος εξαίρεσης της Κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης από το Δ΄ΚΠΣ με πιθανή την απώλεια σημαντικών πόρων.
Εκ των πραγμάτων η Θεσσαλονίκη θα αναγκαστεί να δημιουργήσει μια εσωτερική κινητικότητα στην οικονομία της, θα υποχρεωθεί σε μια αναδόμηση σταθερών μέχρι τώρα κεφαλαίων και ιδιοτήτων συναρμογής, όπως για παράδειγμα ο εκθεσιακός πυρήνας και η κυκλοφορία στο ιστορικό κέντρο, η χρήση της χερσαίας ζώνης στο Λιμάνι και οι ενσωματωμένες ημιθανείς βιομηχανίες στον αστικό ιστό της πόλης ενώ η μεγέθυνση του τομέα των υπηρεσιών φαίνεται αναπόφευκτη και καλπάζουσα στη μεταβιομηχανική φάση (υγεία, εκπαίδευση, τεχνολογία, εμπόριο, τουρισμός, ψυχαγωγία). Άλλωστε αυτό επιβεβαιώνουν τα ημερολόγια των Επιμελητηρίων που καταγράφουν με σχετική καθυστέρηση το τρίτο κύμα του πολιτισμού των υπηρεσιών μετά την αγροτική και βιομηχανική περίοδο.